18/10/11

Τζον Γκαλιάνο: Όταν ο αντισημιτισμός έρχεται στη μόδα


[Εψιλον, 27/3/11]

Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης επέλεξαν να παρουσιάσουν τα μεθυσμένα αντισημιτικά και αντιασιατικά λόγια που κατηγορείται ότι απηύθυνε σε τρεις περιπτώσεις ο Τζον Γκαλιάνο σε αγνώστους σ' ένα μπαρ του Παρισιού («Τον Χίτλερ τον αγαπώ, άνθρωποι σαν εσάς θα ήταν σήμερα νεκροί, οι μανάδες σας, οι παππούδες σας θα ήταν νεκροί στους θαλάμους αερίων» είπε την τελευταία φορά σ' ένα ζευγάρι που τον κατέγραφε σε βίντεο) σαν μια ιστορία αυτοκαταστροφής, απ' αυτές που δίνουν τροφή στα ντοκιμαντέρ για τη ζωή διασημοτήτων του Ε-Channel.

Οι δημοσιογράφοι έκαναν τους εύκολους συσχετισμούς με την πρόσφατη απόλυση του ακριβοπληρωμένου Τσάρλι Σιν από το σίριαλ Two and a half men λόγω ναρκωτικών και κακής συμπεριφοράς και θυμήθηκαν την Κέιτ Μος που είχε καταγραφεί σε βίντεο να σνιφάρει κόκα. Ενας δημοσιογράφος, που είχε γράψει κάποτε ένα χορταστικό προφίλ του Γκαλιάνο στο Νιου Γιόρκερ, βρήκε την ευκαιρία να θυμηθεί ότι η ζωή και η καριέρα του σχεδιαστή είχε χτιστεί πάνω στις υπερβολές, την επιδειξιομανία και τους εθισμούς του και αναρωτήθηκε: «Ποιος περίμενε άλλο τέλος;» 

Από τους διάσημους, μόνο η Νάταλι Πόρτμαν, περήφανη που είναι Εβραία και πρωταγωνίστρια της διαφημιστικής εκστρατείας του Ντιόρ για το άρωμα Miss Dior Cherrie, είπε ότι δεν θέλει να έχει καμία σχέση στο εξής με τον Γκαλιάνο («Ελπίζω, τουλάχιστον», δήλωσε, «ότι αυτά τα τρομερά σχόλια μας θυμίζουν να στοχαστούμε και να δράσουμε εναντίον αυτών των προκαταλήψεων που εξακολουθούν να υπάρχουν και που είναι το αντίθετο της ομορφιάς»). Οι περισσότεροι από τις βιομηχανίες της μόδας και του θεάματος έκαναν πως δεν κατάλαβαν. Η Νικόλ Κίντμαν εμφανίστηκε στα Οσκαρ φορώντας Ντιόρ. Ο Καρλ Λάγκερφελντ δήλωσε εξοργισμένος που ο Γκαλιάνο εξέθεσε τον κόσμο της μόδας και ο Αρμάνι δήλωσε πως λυπάται που ο Γκαλιάνο βιντεοσκοπήθηκε χωρίς να το γνωρίζει· όπως οι περισσότεροι, έτσι κι αυτοί ασχολήθηκαν με τον δικό τους μικρόκοσμο και δεν έδωσαν δεκάρα για τον αντισημιτισμό που βρήκε δημόσιο βήμα.

Και όμως, το πρωτεύον στην υπόθεση του Γκαλιάνο δεν είναι το γεγονός ότι ένα τόσο μεγάλο όνομα της βιομηχανίας της μόδας δεν φρόντισε να συντηρήσει μια ψεύτικη εικόνα καθωσπρεπισμού ούτε βέβαια ο χαρακτήρας του σχεδιαστή, τον οποίο έσπευσαν πολλοί να καταδικάσουν με περισσό πουριτανισμό· αν μη τι άλλο, η παραφορά του, με τον τρόπο που έγινε, και η δημόσια πτώση του τον κάνουν ανθρώπινο και συμπαθή, με τον ίδιο τρόπο που γίνεται συμπαθής ένας θανατοποινίτης την ώρα της εκτέλεσής του.

Το πρωτεύον στην υπόθεση Γκαλιάνο είναι ο αντισημιτισμός. Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, γιατί τα αντισημιτικά ψελλίσματα του σχεδιαστή προσθέτουν άλλον έναν κρίκο στη μακραίωνη αλυσίδα αντισημιτικών λόγων και έργων, που έχει οδηγήσει εκατομμύρια Εβραίους στον αφανισμό και τους υπόλοιπους στο φόβο· διότι, επίσης, λίγους κρίκους πιο μπροστά βρίσκεται ένας άλλος κρίκος, το κοφτό πολωνικό παράγγελμα στάβατς (wstawac: εγερτήριο), που έδινε το σήμα για το ξεκίνημα ακόμη μιας μέρας στο Αουσβιτς· είχε στοιχειώσει τον Πρίμο Λέβι, αυτήκοο μάρτυρα του παραγγέλματος· όπως έχει στοιχειώσει τα κείμενα του Θανάση Τριαρίδη, που έχει γράψει («Σημειώσεις για το τρεμάμενο σώμα», εκδ. τυπωθήτω) μερικές από τις πιο εμμονικές και πειστικές σελίδες κατά του αντισημιτισμού · διότι, ακόμη, η εποχή που άναβε η φλόγα στην καμινάδα του Αουσβιτς -Μπίρκεναου και στο στρατόπεδο απλωνόταν η οσμή καμένης σάρκας δεν είναι δα τόσο μακρινή και διότι μπορεί να ξανάρθει - όπως ήρθε την πρώτη φορά· δεν λείπουν σήμερα οι προειδοποιήσεις, όπως δεν έλειπαν και τότε.

Το ζήτημα είναι πρωτεύον όχι μόνο για τους Εβραίους, αλλά για όλους μας παντού. Για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι όσο ο αντισημιτισμός είναι πρόβλημα των Εβραίων, άλλο τόσο είναι πρόβλημα των μη Εβραίων: πρόβλημα της δικής μας ανθρωπιάς, της δικής μας δημοκρατίας, της δικής μας παιδείας, της δικής μας ιστορικής και κοινωνικής συνείδησης. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την προσωπική μας ευθύνη απέναντι στον άνθρωπο που υποφέρει δίπλα μας· ευθύνη, αφ' ενός, να νιώσουμε ότι η προσβολή και η αδικία που του γίνονται προσβάλλει και αδικεί εμάς (διότι σχεδόν μόνο στο τυχαίο της γέννησής μας στον τόπο και την οικογένεια όπου γεννηθήκαμε οφείλουμε ότι δεν βρισκόμαστε εμείς στη θέση του κι αυτός στη δική μας) και, άρα, όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τον αντισημιτισμό, γινόμαστε Εβραίοι (όπως, αντιμέτωποι με άλλες αδικίες, γινόμαστε μουσουλμάνοι, μετανάστες, πρόσφυγες, Τσιγγάνοι, τρανσέξουαλ, εθισμένοι στην ηρωίνη, φυλακισμένοι, μειονοτικοί, επαίτες, ομοφυλόφιλοι, γυναίκες)· ευθύνη, αφ' ετέρου, να είμαστε αποτελεσματικοί, να προλάβουμε το κακό: «η υπόθεση των Ισραηλιτών θα ήταν σχεδόν κερδισμένη, αν οι φίλοι τους έδειχναν, προκειμένου να τους υπερασπίσουν, λίγο από το πάθος και την αποφασιστικότητα που δείχνουν οι εχθροί τους προκειμένου να τους αφανίσουν» γράφει ο Σαρτρ («Στοχασμοί για το εβραϊκό ζήτημα», εκδ. Εστία).

Η ευθύνη μας είναι σήμερα επιτακτική, διότι ο αντισημιτισμός δεν σταμάτησε στο Αουσβιτς ούτε στη δίκη της Νυρεμβέργης. Το Αουσβιτς συνεχίζεται, έλεγε ο Πρίμο Λέβι· συνεχίζεται όχι μόνο φιλοσοφικά, αλλά με την πιο υλική έννοια. Ο αντισημιτισμός έχει γερές ρίζες και, με τον κατάλληλο καιρό, βγάζει κλαδιά και πετάει φύλλα. Και ο καιρός στις μέρες μας είναι κατάλληλος. Το μαρτυρούν η ευκολία με την οποία ο Γκαλιάνο τα έβαλε με τους Εβραίους, η επίμονη παρουσία της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και στην Αμερική, η πληθώρα αντισημιτικής προπαγάνδας στο ίντερνετ.

Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει, αμίλητοι, αν όχι με την παρότρυνσή μας, για τους Εβραίους που κινούν τα νήματα και ευθύνονται για την οικονομική κρίση; Πόσο αντιδράσαμε όταν βανδαλίστηκαν εβραϊκά νεκροταφεία και μνημεία σε περισσότερες από 10 πόλεις της Ελλάδας τα τελευταία δύο χρόνια; Πόσο αντιδράσαμε σε αντισημιτικά σχόλια πολιτικών, δημοσιογράφων και ιεραρχών, οι απόψεις των οποίων ίσως δεν είναι όσο απομονωμένες θέλουμε να πιστεύουμε;

Μετά τον περσινό διπλό εμπρησμό της συναγωγής των Χανίων, κάποιοι έσπευσαν να υιοθετήσουν την εκδοχή της προβοκάτσιας και να αποκλείσουν το κίνητρο του αντισημιτισμού. Ανάμεσά τους ήταν ο Γ. Καρατζαφέρης, στη Βουλή, με τα συμπεράσματα του οποίου συμφώνησε «απόλυτα» ο Θ. Πάγκαλος, επισημαίνοντας, μάλιστα, με κάποια λύπη ότι ο ίδιος δεν έχει το δημοσιογραφικό παρελθόν του Καρατζαφέρη· αν το είχε [όπως το έχει ο Δ. Ψαρράς, του παλιού «Ιού», που μας θυμίζει τις ιδεολογικές κωλοτούμπες του αρχηγού του ΛΑΟΣ («Το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη - Η τηλεοπτική αναγέννηση της ελληνικής ακροδεξιάς», εκδ. Αλεξάνδρεια)], θα είχε θυμηθεί τον αντισημιτισμό του Γ. Καρατζαφέρη όταν δήλωνε πως η «νέα τάξη πραγμάτων σημαίνει μαριονέτα στα χέρια των Εβραίων, η ισοπέδωσις, Πρωτόκολλα της Σιών» και καταφερόταν κατά της -κατασκευασμένης ή αληθινής- εβραϊκής καταγωγής πολιτικών του αντιπάλων (μεταξύ άλλων, του Χρ. Ροζάκη, του Κ. Σημίτη, του Γ. Παπανδρέου).

Είναι γνωστό το ανέκδοτο: «Δεν είμαι αντισημίτης - οι άλλοι είναι Εβραίοι». Η πραγματικότητα είναι, βέβαια, η αντίστροφη: ο αντισημιτισμός δεν οφείλεται στους Εβραίους. Για τον Χορχάιμερ και τον Αντόρνο (στη «Διαλεκτική του Διαφωτισμού», εκδ. ύψιλον) «ο αντισημιτικός τρόπος συμπεριφοράς γεννιέται σε καταστάσεις στις οποίες τυφλωμένοι, στερημένοι από την υποκειμενικότητά τους άνθρωποι αφήνονται ελεύθεροι ως υποκείμενα» και εκφορτίζουν τη λύσσα τους στα ανυπεράσπιστα θύματα. Το ίδιο πιστεύει και ο Σαρτρ: ο αντισημιτισμός είναι ο φόβος μπροστά στην ανθρώπινη κατάσταση και ο Εβραίος είναι ένα πρόσχημα· αν δεν υπήρχε, ο αντισημίτης θα τον επινοούσε. Οι Εβραίοι δεν έχουν την παραμικρή ευθύνη για τον αντισημιτισμό· βρέθηκαν στη θέση του εύκολου στόχου και έγιναν αποδιοπομπαίοι τράγοι.

Αν, όμως, ο Εβραίος δεν είναι αυτός που προξενεί τον αντισημιτισμό, ο αντισημιτισμός δημιουργεί τον Εβραίο. Αρκεί να διαβάσουμε τα τρομερά λόγια του Ζαν Αμερί, σχεδόν αναγραμματισμένο ψευδώνυμο του αυστροεβραίου διανοούμενου Χανς Μάιερ, που επέζησε έπειτα από δύο χρόνια στο Αουσβιτς (και για λίγο στο Μπούχενβαλντ και στο Μπέργκεν-Μπέλζεν). Ο Αμερί δεν μεγάλωσε ως Εβραίος - αγνοούσε την ύπαρξη των γίντις, ήταν αγνωστικιστής, δεν ταυτίστηκε ποτέ με τις εβραϊκές αξίες. Εγινε Εβραίος ξαφνικά, στα 23 του, όταν το 1935, καθισμένος σ' ένα καφέ της Βιέννης, διάβασε στην εφημερίδα για τους Νόμους της Νυρεμβέργης που είχαν θεσπιστεί στη ναζιστική Γερμανία.

Η δική του εβραϊκή ταυτότητα βασιζόταν όχι στις εβραϊκές αξίες, αλλά στην απειλή του θανάτου που προανήγγειλλαν οι Νόμοι της Νυρεμβέργης και, αργότερα, στη μεθοδική ατίμωση, στην υπολογισμένη στέρηση της αξιοπρέπειας, και, τέλος, στο χαραγμένο στον αριστερό του πήχη τατουάζ με τον αριθμό από το Αουσβιτς («μολονότι διαβάζεται πιο σύντομα απ' ό,τι η Πεντάτευχος ή το Ταλμούδ, δεν παύει να παρέχει λεπτομερέστερες πληροφορίες» γράφει στο «Πέρα από την ενοχή και την εξιλέωση», εκδ. Αγρα).

Για τον Αμερί Εβραίος σήμαινε την εξορία από τον παράδεισο, με υπαιτιότητα του αντισημιτισμού: «Η γειτόνισσά μου» γράφει «με χαιρετά ευγενικά: Bonjour, monsieur. Ανασηκώνω το καπέλο μου: Bonjour, madame. Και όμως, ανάμεσα στη madame και στον monsieur μεσολαβούν έτη φωτός, διότι μόλις χθές μια madame έστρεφε αλλού το βλέμμα της όταν η Γκεστάπο έσερνε στο τμήμα έναν monsieur και μέσα από το σιδερόφραχτο παράθυρο του αυτοκινήτου ένας monsieur κοιτούσε μια madame σαν να είχε μπροστά του έναν πέτρινο άγγελο από κάποιον φωτεινό και αμείλικτο παράδεισο, παντοτινά κλειστό για τον Εβραίο».

Το μόνο κέρδος που μπορεί να υπάρξει από την ιστορία των αντισημιτικών σχολίων του Τζον Γκαλιάνο είναι να γίνει αφορμή για να θυμηθούμε τι υπήρξε πραγματικά ο αντισημιτισμός· να θυμηθούμε με τον τρόπο που μας το ζητά ο Τσβετάν Τοντόροφ μέσα από το βιβλίοτου «Απέναντι στο ακραίο» (εκδόσεις Νησίδες): όχι για να μείνουμε δέσμιοι του παρελθόντος, αλλά για να θέσουμε το παρελθόν στην υπηρεσία του παρόντος και τη μνήμη στην υπηρεσία της δικαιοσύνης. Να κάνουμε, δηλαδή, αυτό που έκαναν πως δεν κατάλαβαν ή που δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης και οι περισσότεροι διάσημοι και ισχυροί της μόδας και του θεάματος. Ευτυχώς, έστω και αργά, έστω και με τη συμβολή του δικηγόρου του, φαίνεται να το κατάλαβε ο ίδιος ο Γκαλιάνο. Στις δηλώσεις του έκανε ένα βήμα έξω από τον εαυτό του και μπήκε στη θέση αυτού που υποφέρει: «Σε όλη μου τη ζωή» είπε «πάλεψα τις προκαταλήψεις, τη μη ανεκτικότητα, τις διακρίσεις - πράγματα που έχω κι εγώ υποστεί. Σε όλο μου το έργο έμπνευση υπήρξε η επιθυμία να ενώσω ανθρώπους κάθε φυλής, δόγματος, θρησκείας και σεξουαλικότητας, πανηγυρίζοντας τις πολιτιστικές και εθνικές διαφορές τους μέσα από τη μόδα. Αυτό παραμένει το φως που με καθοδηγεί. Ο αντισημιτισμός και ο ρατσισμός δεν έχουν θέση στην κοινωνία μας. Ανεπιφύλακτα, απολογούμαι για κάθε προσβολή που προήλθε από τη συμπεριφορά μου».

____________



Διαβάστε

Art Spiegelman, «Maus: Η ιστορία κάποιου που επέζησε» («Maus Ι: Ο πατέρας μου αιμορραγεί ιστορία/, μτφρ. Σάββας Μιχαήλ, «Maus ΙΙ: Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματά μου», μτφρ. Ν. Χασιώτη)

Από τη μια, η ιστορία της επιβίωσης του Βλάντεκ Σπίγκελμαν, ενός Εβραίου που επέζησε μαζί με τη γυναίκα του από το Ολοκαύτωμα και, από την άλλη, η ιστορία της σχέσης του με τον γιο του, έναν καρτουνίστα. Η φόρμα του κόμικς στις καλύτερες στιγμές της σ' ένα έργο δυνατό, άγριο και συγκινητικό, «ένα αποκαλυπτικό λογοτεχνικό γεγονός» για το New York Review of Books.

* Νίκος Α. Κοκάντζης, «Τζιοκόντα», εκδ. Πατάκη (2005)

Μία από τις λίγες μαρτυρίες Ελλήνων για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης και το χαμό τους στο Ολοκαύτωμα· το βιβλίο, γραμμένο το 1975, διηγείται την αληθινή ιστορία του πρωτοεφηβικού έρωτα του συγγραφέα με την εβραία Τζιοκόντα στη Θεσσαλονίκη της Κατοχής. Η σχέση των δύο εφήβων διακόπτεται όταν η Τζιοκόντα και η οικογένειά της επιβιβάζονται στο φορτηγό των Γερμανών για το στρατόπεδο Χιρς της Θεσσαλονίκης κι από κει για τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

 * Κ.Ε. Fleming, «Ιστορία των Ελλήνων Εβραίων», μτφρ. Νίκος Γάσπαρης, εκδ. Οδυσσέας (2009)

Το βιβλίο εξετάζει την παρουσία των Εβραίων στον ελλαδικό χώρο από την ίδρυση του ελληνικού κράτους τον 19ο αι. μέχρι σήμερα, που πολλοί από αυτούς έχουν καταφύγει στις ΗΠΑ και τη Μέση Ανατολή. Ζητήματα όπως η εβραϊκή ταυτότητα, η ελληνική συνείδηση, η υπηκοότητα, οι σχέσεις των Εβραίων με τους γηγενείς διαπερνούν την ιστορική αφήγηση, που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα: πώς οι διάσπαρτες εβραϊκές κοινότητες, που ζούσαν -με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους- στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενσωματώθηκαν στο νέο ελληνικό κράτος και έφτασαν να αυτοπροσδιοριστούν ως έλληνες Εβραίοι.

* Κούρτσιο Μαλαπάρτε, «Καπούτ», μτφρ. Παναγιώτης Σκόνδρας, εκδ. Μεταίχμιο

Από τα σκληρότερα βιβλία που έχουν γραφτεί για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτελεί το χρονικό της πολιτιστικής και ηθικής κατάρρευσης όπως τη ζει ο ίδιος ο συγγραφέας, ως αυτόπτης μάρτυρας. Η Ευρώπη των πολέμων είναι μια ήπειρος ταξική, ρατσιστική, υποκριτική...


-*-